Μια τεχνητή ορεινή λίμνη που στα γαλαζοπράσινα νερά της καθρεφτίζονται ο επιβλητικός όγκος της Ντουρντουβάνας και τα πολύχρωμα μεικτά δάση της ορεινής Κορινθίας. Η λίμνη Δόξα βρίσκεται στο δυτικότερο άκρο του νομού Κορινθίας, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τα σύνορα με τον νομό Αχαΐας. Στα δυτικά της λίμνης βρίσκεται το διάσελο του Κυνηγού που χωρίζει την Ντουρντουβάνα από τον υπόλοιπο Χελμό, στα βόρεια υψώνονται οι κορυφές Γαϊδουρόραχη, Αετοφωλιά και Προφήτης Ηλίας και στα ανατολικά και στα νότια απλώνεται η μεγάλη κοιλάδα του Φενεού. Η λίμνη Δόξα βρίσκεται σε υψόμετρο 900 μέτρων, καλύπτει μια έκταση 480 στρεμμάτων και η χωρητικότητα της φτάνει τα 5 εκατ. κυβικά μέτρα νερού. Η περίμετρος της, που διακρίνεται για τις εναλλαγές στο τοπίο με τα βράχια, τα υγρολίβαδα και τις καλαμιές, φτάνει τα 3,8 χλμ. Πρόκειται για μια σχετικά βαθιά λίμνη για το μικρό της μέγεθος, καθώς το βάθος της φτάνει τα 40 μέτρα. Η κατασκευή της Δόξας ολοκληρώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 με την δημιουργία ενός φράγματος μήκους 225 μέτρων στην κοίτη του χειμάρρου Δόξα που σκοπό είχε την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών της κοιλάδας του Φενεού. Μέχρι τότε τα νερά του χειμάρρου ενώνονταν με τα νερά του ποταμού Όλβιου και συχνά πλημμύριζαν τη λεκάνη της πεδιάδας του Φενεού, καταστρέφοντας τις καλλιέργειες. Στο κέντρο της λίμνης υπάρχει μια στενόμακρη λωρίδα γης που καταλήγει στο γραφικό εκκλησάκι του Αγίου Φανουρίου, ενώ στις βορινές πλαγιές στέκεται αμφιθεατρικά η πανέμορφη μονή του Αγίου Γεωργίου Φενεού. Από τις όχθες της λίμνης ξεκινάει και ένα από τα ομορφότερα μονοπάτια της ορεινής Πελοποννήσου που περνάει μέσα από ένα πυκνό ελατοδάσος και φτάνει μέχρι την κορυφή της Ντουρντουβάνας στα 2.109 μέτρα. Η Δόξα, παρότι τεχνητή, θεωρείται μία από τις ομορφότερες ορεινές λίμνες της Ελλάδας, καθώς τα φθινοπωρινά χρώματα του δάσους που καθρεφτίζονται στα σμαραγδένια νερά δημιουργούν ένα μοναδικό τοπίο για την χώρα μας. Με τα χρόνια η λίμνη έχει εξελιχθεί σε σημαντικό οικοτουριστικό αξιοθέατο. Παράλληλα αποτελεί ιδανικό καταφύγιο για την άγρια ζωή της περιοχής, ενώ στα δάση και στις κοντινές κορυφές φυτρώνουν πολλά σπάνια και ενδημικά φυτά της Πελοποννήσου.
Γύρω από τη λίμνη αναπτύσσεται ένα πυκνό δάσος κεφαλληνιακής ελάτης και μαυρόπευκων που σε πολλά σημεία ενώνεται με μεικτά δάση από βελανιδιές, καστανιές, φτελιές, κουτσουπιές, κοκκορεβυθιές, κ.ά. Σε κάποια σημεία της όχθης, δημιουργούνται μικρά λιβάδια στα οποία υψώνονται μεγάλες χνουδοβελανιδιές, πλατάνια, ιτιές, λεύκες, γκορτσιές και σφενδάμια, ενώ γύρω γύρω αναπτύσσονται μικροί καλαμιώνες. Στην χλωρίδα της περιοχής περιλαμβάνονται πολλά υδρόφιλα φυτά αλλά και είδη των γύρω βουνών. Από αυτά ξεχωρίζουν τα Ficaria ficarioides, Schoenoplectus lacustris, Verbascum macrurum, Melittis melissophyllum subsp. albida, Geranium macrostylum, Crocus olivieri subsp. olivieri, Gagea villosa και Dichoropetalum vittijugum. Άλλα είδη της γύρω περιοχής είναι τα Primula vulgaris subsp. vulgaris, Romulea bulbocodium, Symphytum bulbosum, Digitalis laevigata subsp. graeca, Anemone apennina subsp. blanda, Iris unguicularis subsp. carica, Scilla subnivalis, Cirsium eriophorum, Campanula spatulata subsp. spruneriana, Ligustrum vulgare, Lemna minor, Viola odorata, Colutea arborescens subsp. arborescens, Lamium garganicum subsp. garganicum, Asplenium ruta-muraria, Epilobium hirsutum, Convolvulus betonicifolius subsp. betonicifolius, Galium verum subsp. verum, Rosa agrestis, Tussilago farfara και Asyneuma limonifolium subsp. limonifolium. Οι ορχιδέες της περιοχής περιλαμβάνουν είδη, όπως τα Cephalanthera rubra, Cephalanthera damasonium, Epipactis heleborine, Dactylorhiza romana, Dactylorhiza saccifera, Limodorum abortivum, Orchis simia και Orchis pallens.
Παρότι η λίμνη βρίσκεται σε μεγάλο υψόμετρο και περιστοιχίζεται από βουνά, διατηρεί μια πλούσια ορνιθοπανίδα που δεν φαίνεται από την πρώτη στιγμή. Τα νερά της επισκέπτονται τακτικά πολλά υδρόβια και παρυδάτια πουλιά, όπως σταχτοτσικνιάδες, λευκοτσικνιάδες, κρυπτοτσικνιάδες, νυχτοκόρακες, νανοβουτηχτάρια, σκουφοβουτηχτάρια, κύκνοι, φαλαρίδες, νερόκοτες, πρασινοκέφαλες πάπιες, κ.ά. Από τα αρπακτικά στα γύρω βουνά και κοντά στη λίμνη πετούν χρυσαετοί, φιδαετοί, σφηκιάρηδες, γερακίνες, ξεφτέρια, διπλοσάινα, πετρίτες και βραχοκιρκίνεζα, ενώ από τα νυχτόβια αρπακτικά εδώ ζούνε μπούφοι, χουχουριστές και κουκουβάγιες. Στις όχθες της λίμνης ψάχνουν για τροφή οι αλκυόνες, οι σταχτοσουσουράδες και οι κιτρινοσουσουράδες, ενώ συχνά εμφανίζονται και ακτίτες. Η ορνιθοπαρατήρηση στις όχθες της Δόξας είναι απολαυστική, καθώς στα γύρω δέντρα εμφανίζονται πολλά μικροπούλια, όπως τρυποφράχτες, θαμνοψάλτες, κοκκινολαίμηδες, αηδόνια, ψευταηδόνια, φοινίκουροι, σταχτοπετρόκληδες, καστανολαίμηδες, μαυρολαίμηδες, μαυροσκούφηδες, μελωδοτσιροβάκοι, θαμνοτσιροβάκοι, κοκκινοτσιροβάκοι, δασοφυλλοσκόποι, πυρροβασιλίσκοι, χρυσοβασιλίσκοι, δεντροτσοπανάκοι, δεντροβάτες, σταχτομυγοχάφτες, καλόγεροι, ελατοπαπαδίτσες, κλειδωνάδες, αιγίθαλοι, σπίνοι, σκαθράκια, λούγαρα, καρδερίνες, φλώροι και κοκκοθραύστες. Άλλα είδη της περιοχής είναι οι μπεκάτσες, οι φάσσες, τα τρυγόνια, οι κούκοι, τα γιδοβύζια, οι βουνοσταχτάρες, οι τσαλαπετεινοί, οι μεσαίοι δρυοκολάπτες, οι δεντροσταρήθρες, τα σταβλοχελίδονα, τα μιλτοχελίδονα, οι νεροκελάδες, οι δεντροκελάδες, οι τσίχλες, οι γερακότσιχλες, οι κεδρότσιχλες, οι αετομάχοι, οι κίσσες, οι συκοφάγοι, τα σιρλοτσίχλονα, τα καλαμοτσίχλονα, τα βουνοτσίχλονα και οι τσιφτάδες.
Η πανίδα των αμφιβίων περιλαμβάνει αλπικούς τρίτωνες, σαλαμάνδρες, φρύνους, πρασινόφρυνους, δεντροβάτραχους, βαλκανοβάτραχους και γραικοβάτραχους. Η ερπετοπανίδα της λίμνης είναι ιδιαίτερα πλούσια και αποτελείται από μεσογειακές χελώνες, κρασπεδωτές χελώνες, κεφαλονίτικα κονάκια, τυφλίτες, γραικόσαυρες, τρανόσαυρες, τοιχόσαυρες, σαύρες της Πελοποννήσου, βαλκανόσαυρες του Ιονίου, στεφανοφόρους, λαφιάτες, δεντρογαλιές, σαπίτες, νερόφιδα, λιμνόφιδα, σαΐτες, αγιόφιδα, σπιτόφιδα και οχιές. Είναι εντυπωσιακό ότι τα τελευταία χρόνια στα πυκνά δάση πάνω από τη λίμνη έχουν επιστρέψει τα σπάνια τσακάλια, ενώ περιστασιακά εμφανίζονται τα ζαρκάδια. Από τα υπόλοιπα θηλαστικά, απαντώνται αλεπούδες, νυφίτσες, κουνάβια, ασβοί, αγριόχοιροι, λαγοί, σκαντζόχοιροι, τυφλοπόντικες και πολλές νυχτερίδες. Πιθανολογείται ότι στη λίμνη ζούνε βίδρες, κάτι που όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί. Τα νερά έχουν εμπλουτιστεί με γριβάδια (Cyprinus carpio), ενώ εδώ ζει ένα ενδημικό είδος ψαριού της Πελοποννήσου, ο στυμφαλικός πελασγός (Pelasgus stymphalicus). Ωστόσο η λίμνη υπεραλιεύεται συστηματικά με αποτέλεσμα την μείωση των πληθυσμών των γριβαδιών. Τέλος, σημαντική είναι η παρουσία μεγάλων αριθμών από καραβίδες του είδους Astacus fluviatilis που ζούνε στον πυθμένα, αλλά και από ενδημικούς κάβουρες της Πελοποννήσου (Potamon pelops). Γύρω από την λίμνη ζει και ένα σπάνιο είδος μηκόπτερου, το Panorpa rufostigma.
Μια τεχνητή λίμνη που δημιουργήθηκε από τα νερά του Μόρνου και αγκαλιάζεται από δύο μεγάλους ορεινούς όγκους, στέκεται στην καρδιά της Ρούμελης, προσφέροντας προστασία και τροφή σε πολλά είδη της πανίδας.
Μια μικρή λίμνη στους πρόποδες της Πάρνηθας που γύρω της αναπτύσσεται ένα ήρεμο δάσος με αξιόλογα φυτά, δημιουργώντας ιδανικές συνθήκες αναψυχής και εξερεύνησης για μικρά παιδιά.
Ένας από τους πιο σημαντικούς εσωτερικούς υγροτόπους της Πελοποννήσου που παρότι με τα χρόνια έχει απολέσει την οικολογική του αξία, καταφέρνει να συγκεντρώνει, μέχρι και σήμερα, πολλά σπουδαία είδη της ορνιθοπανίδας.
Η μικρή λίμνη της Ζαραβίνας με τα πολλά ονόματα ξεφυτρώνει ανάμεσα στους ήρεμους λόφους του Πωγωνίου, ανάμεσα στα δρυοδάση και τα λιβάδια που απλώνονται στα βορειοδυτικά της Ηπείρου.