Μενοίκιο

Photo Gallery

 

Ένα μικρό αλλά πανέμορφο βουνό της Ανατολικής Μακεδονίας που υψώνεται στην σκιά των μεγάλων ορεινών όγκων της Βόρειας Ελλάδας και διακρίνεται για τα πυκνά του δάση και τα ατέλειωτα υποαλπικά οροπέδια. Η ονομασία Μενοίκιον αναφέρεται για πρώτη φορά σε χρυσόβουλα του 14ου αιώνα. Οι κατοπινές λαϊκές ονομασίες του βουνού ήταν Μπόσδαγας, Μπόζντακας και Μπόζντας, λέξεις που αποτελούν παραφθορές της τουρκικής ονομασίας «Μπουζ Νταγ» που σημαίνει παγωμένο βουνό. Το Μενοίκιο βρίσκεται στα σύνορα των νομών Σερρών και Δράμας και αποτελεί συνδετικό κρίκο για πολλούς ορεινούς όγκους της Μακεδονίας. Στα βόρεια ενώνεται διαμέσου λόφων με τον Όρβηλο, στα βορειοδυτικά χωρίζεται από την κοιλάδα του Τιμίου Προδρόμου από τα Όρη Βροντούς και στα δυτικά απλώνεται η κοιλάδα των Σερρών. Στα ανατολικά ενώνεται με τους πρόποδες του Φαλακρού μέσω της οροσειράς του Αγίου Παύλου και του ρέματος Χαράδρα και στα νότια καταλήγει στην κοιλάδα του Αγγίτη ποταμού που διαχωρίζει το βουνό από το Παγγαίο. Η κατεύθυνση του βουνού είναι από τα βορειοδυτικά προς τα νοτιοανατολικά και η έκτασή του φτάνει τα 380 τ.χλμ. Οι ψηλότερες κορυφές του Μενοικίου βρίσκονται στο βόρειο και στο δυτικό του τμήμα και είναι η Μαυρομάτα ή Καραγκιόζ Γκιολ (1.963 μ.), το Θαμνοτόπι (1.952 μ.), η Κάρπα (1.903 μ.), το Πεντάπετρο (1.820 μ.), το Απότομο (1.720 μ.), η Κούλα (1.678 μ.) και ο Κούσκουρας (1.623 μ.) ο οποίος θεωρείται λανθασμένα παρακλάδι του βουνού. Το Μενοίκιο χαρακτηρίζεται από ήρεμες κορυφές με μικρές υψομετρικές διαφορές που δημιουργούν μεγάλα χορτολιβαδικά οροπέδια όπως τα λιβάδια της Τρίγκας και το οροπέδιο της Καλλίπολης. Παράλληλα το γεωλογικό υπόστρωμα του βουνού έχει δημιουργήσει εκατοντάδες δολίνες, σπήλαια και βάραθρα με σημαντικότερο το βάραθρο Ισίν-Ντελίκ. Τα βασικά πετρώματα του βουνού είναι τα μάρμαρα που ακολουθούνται από αμφιβολίτες και γνεύσιους κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την παρουσία πολλών πηγών. Στις ανατολικές πλαγιές του βουνού και κάτω από την κορυφή Θαμνοτόπι κυλάει ένας εντυπωσιακός εποχικός καταρράκτης, ενώ χαρακτηριστικές είναι οι δεκάδες εποχικές λίμνες που δημιουργούνται στα αλπικά με το λιώσιμο του χιονιού. Φημισμένη υπήρξε η παραδοσιακή κτηνοτροφία των Σαρακατσάνων στα οροπέδια του βουνού και ακόμα και σήμερα ο ταξιδιώτης συναντάει πολλές σύγχρονες στάνες αλλά και ερείπια από τα παλαιά τσελιγκάτα της περιοχής. Το Μενοίκιο, παρά την υπερβόσκηση αιώνων, είναι ένα βουνό που διατηρεί ακόμα την άγρια μορφή του και χαρακτηρίζεται από πυκνά μεικτά δάση και ένα μεγάλο πλούτο χλωρίδας και πανίδας. Οι διαδρομές στα δάση και στα αλπικά λιβάδια είναι γεμάτες από πολλές εντυπωσιακές ανακαλύψεις και προκαλεί απορία το γεγονός ότι το βουνό δεν περιλαμβάνεται, σε σχέση με τους γειτονικούς ορεινούς όγκους, στους αγαπημένους προορισμούς των φυσιολατρών. Πρόκειται πραγματικά για ένα βουνό-έκπληξη από κάθε άποψη.

Ο πλούτος των δασών του Μενοικίου περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό από διαφορετικά είδη δέντρων. Στο βουνό αναπτύσσονται δάση οξιάς, χνουδοβελανιδιάς, πλατύφυλλης βελανιδιάς, μαύρης πεύκης και μακεδονικής ελάτης. Άλλα δέντρα είναι οι οστριές, ο φράξοι, οι γαύροι, οι φουντουκιές, οι φτελιές, οι κρανιές, τα πουρνάρια, τα σφενδάμια, οι φλαμουριές, τα αγριόκεδρα, οι λεύκες, τα πλατάνια, τα σκλήθρα και οι ιτιές. Στα ανατολικά, πάνω από την Μικρόπολη Δράμας, υπάρχει ένα υπέροχο δάσος από αιωνόβιες καστανιές και στα υποαλπικά λιβάδια φυτρώνουν δεκάδες σπάνια είδη. Τα σημαντικότερα φυτά του βουνού είναι η παιώνια Paeonia daurica subsp daurica, το Erythronium dens-canis, η Lathraea rhodopea, η Haberlea rhodopensis, η Anemone nemorosa, η φριτιλάρια Fritillaria drenovskii, το Sempervivum leucanthum, το Impatiens noli-tangere, η Saxifraga ferdinandi-coburgi, η Saxifraga stribrnyi, η καμπανούλα Campanula orphanidea, η Veronica barrelieri subsp barrelieri, ο Cytisus agnipilus, η Gentianopsis ciliata, ο Ranunculus incomparabilis, η Syringa vulgaris, το Vaccinium vitis-idaea, η Satureja pilosa και το αγριογαρύφαλλο Dianthus petraeus subsp orbelicus. Άλλα ενδιαφέροντα είδη του Μενοικίου είναι η Pulsatilla halleri subsp rhodopaea, η κενταύρια Centaurea napulifera subsp napulifera, το Atocion lerchenfeldianum, η Bruckenthalia spiculifolia, το Erysimum drenowskii, η παιώνια Paeonia peregrina, το Haplophyllum balcanicum, η Pulmonaria rubra, το Hylotelephium telephium, η Ajuga laxmannii, η σιληνή Silene ciliata subsp graefferi, ο Paris quadrifolia, ο Arctostaphylos uva-ursi, η φριτιλάρια Fritillaria pontica, η Campanula bononiensis, η Pedicularis petiolaris, το Cerastium rectum subsp petricola, ο κράταιγος Crataegus rhipidophylla, το Thesium alpinum, το Galeopsis bifida, η Globularia bisnagarica, το Goniolimon dalmaticum, το Hypericum maculatum subsp immaculatum, το Hypericum rochelii, ο Ranunculus fontanus, η Oxalis acetosella, ο κρίνος Lilium martagon, το τσάι Sideritis scardica, η Iberis saxatilis subsp saxatilis, η ίριδα Iris reichenbachii, ο Lathyrus venetus και η Tulipa australis. Στο βουνό υπάρχουν και πολλά είδη ορχιδεών, όπως η Anacamptis morio, η Anacamptis picta, το Cephalanthera damasonium, το Cephalanthera longifolia, το Cephalanthera rubra, η Corallorhiza trifida, η Dactylorhiza incarnata, η Dactylorhiza sambucina, το Coeloglossum viride, η Epipactis helleborine, η Epipactis leptochila subsp naousaensis, η Epipactis palustris, η Gymnadenia conopsea, το Himantoglossum jankae, η Neotinea ustulata, η Neottia nidus-avis, η Neottia ovata, η Orchis pallens, η Orchis pauciflora, η Orchis purpurea, η Orchis simia, η Platanthera chlorantha και το Spiranthes spiralis.

Η ορνιθοπανίδα του Μενοικίου περιλαμβάνει περίπου 150 είδη. Οι ντόπιοι κτηνοτρόφοι περιγράφουν παλαιότερες εποχές όταν το βουνό ήταν γεμάτο γιδοπρόβατα και τα όρνια ερχόντουσαν από τα γύρω βουνά για να ψάξουν για τροφή. Από τα αρπακτικά εδώ ζουν πολλά είδη, όπως χρυσαετοί, φιδαετοί, γερακαετοί, σφηκιάρηδες, γερακίνες, αετογερακίνες, σαΐνια, διπλοσάινα, ξεφτέρια, πετρίτες, βραχοκιρκίνεζα, χρυσογέρακα, νανογέρακα και δεντρογέρακα. Στα γύρω δάση κάνουν τις φωλιές τους οι μαυροπελαργοί, ενώ οι πετροπέρδικες που ζούσαν κατά εκατοντάδες έχουν πλέον λιγοστέψει. Στα μεγάλα λιβάδια των υποαλπικών συχνά σταθμεύουν μεγάλοι αριθμοί από ορτύκια. Δεν αποκλείεται στο βουνό να ζουν οι αγριόκουρκοι καθώς η γειτνίαση με τα όρη της Βροντούς όπου ακόμα ζει αυτό το μεγαλόπρεπο πτηνό και τα πυκνά δάση του βουνού αποτελούν ιδανικούς παράγοντες για την παρουσία του. Στα δάση ζουν πολλά είδη από δρυοκολάπτες από τα οποία ξεχωρίζουν τα δύο σπανιότερα είδη που απαντώνται στη χώρα μας, ο σταχτής και ο τριδάχτυλος και ακολουθούν ο μαύρος, ο πράσινος, ο βαλκανικός, ο μεσαίος και ο λευκονώτης. Στα αλπικά απαντώνται δεντροσταρήθρες, χιονάδες, ωχροκελάδες, χιονοψάλτες, σταχτοπετρόκληδες, πυρροκότσυφες, χιονοκότσυφες, κιτρινοκαλιακούδες και βλαχοτσίχλονα. Άλλα ενδιαφέροντα είδη είναι η πετροτουρλίδα, η μπεκάτσα, το φασσοπερίστερο, η φάσσα, το τρυγόνι, ο κούκος, ο χουχουριστής, ο μπούφος, η κουκουβάγια, το γυδοβύζι, η βουνοσταχτάρα, ο μελισσοφάγος, η χαλκοκουρούνα, ο στραβολαίμης, η σταρήθρα, η γαλιάντρα, ο τρυποφράχτης, ο θαμνοψάλτης, ο φοινίκουρος, ο καστανολαίμης, η γερακότσιχλα, ο θαμνοτσιροβάκος, ο πυρροβασιλίσκος, ο δρυομυγοχάφτης, η ελατοπαπαδίτσα, η καστανοπαπαδίτσα, ο κλειδωνάς, ο αιγίθαλος, ο δεντροτσοπανάκος, ο βουνοδεντροβάτης, ο αετομάχος, η κίσσα, το κοράκι, ο συκοφάγος, ο δεντροσπουργίτης, το φανέτο, ο κοκκοθραύστης, ο αμπελουργός, το βουνοτσίχλονο και το σιρλοτσίχλονο.

Από τα αμφίβια στην περιοχή ζουν σαλαμάνδρες, ανατολικοί χτενοτρίτωνες, φρύνοι, κιτρινομπομπίνες, δεντροβάτραχοι, γραικοβάτραχοι και σβελτοβάτραχοι. Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει είδη, όπως μεσογειακές χελώνες, κονάκια, τυφλίτες, πρασινόσαυρες, τοιχογουστέρες, γουστέρες του Ταύρου, στεφανοφόρους, έφιους, λαφιάτες, σαπίτες, νερόφιδα, σαΐτες, αγιόφιδα, λαφιάτες του Ασκληπιού, σπιτόφιδα, οχιές και αστρίτες. Από τα θηλαστικά στο Μενοίκιο έχουν καταγραφεί 31 είδη από τα οποία ξεχωρίζουν οι λύκοι, τα ζαρκάδια, οι αλεπούδες, οι ασβοί, τα δασοκούναβα, οι νυφίτσες, οι αγριόχοιροι, οι σκίουροι, οι σκαντζόχοιροι, οι δασομυωξοί, αλλά και η σπάνια παρδαλονυχτερίδα (Vespertilio murinus). Στα αλπικά λιβάδια του βουνού ζουν σε άγρια κατάσταση περίπου 300 άλογα που είχαν εγκαταλειφθεί από τους ντόπιους στα μισά του 20ου αιώνα. Τέλος, στο Μενοίκιο απαντώνται και κάποια σημαντικά ασπόνδυλα, όπως το σαλιγκάρι Helix philibinensis, η πεταλούδα Polyommatus nephohiptamenos, ο ελαφοκάνθαρος Lucanus elaphus και το ενδημικό κολεόπτερο του βουνού, Geostiba menikioensis.
 
 

Πως θα πάτε

Το Μενοίκιο προσεγγίζεται τόσο από τις Σέρρες (15 χλμ.) όσο και από τη Προσοτσάνη (18 χλμ.). Γύρω από το βουνό υπάρχουν πολλά χωριά και οικισμοί που αποτελούν αφετηρία για τα ψηλά του βουνού, όπως η Μικρόπολη, η Χαριτωμένη, η Σκοπιά, η Αγριάνη και το Χιονοχώρι. Το Μενοίκιο ιδιαίτερα στα ψηλά σημεία του έχει λίγους και πολύ κακούς δρόμους που προσεγγίζονται μόνο με τζιπ ή αγροτικό. Ιδιαίτερη προσοχή στους ποιμενικούς σκύλους των κοπαδιών όταν περπατάτε στα αλπικά.

 
 

Εμφάνιση στο χάρτη

πατήστε για να δείτε το σημείο στο χάρτη
(Latitude: 41.18853406809472, Longitude:23.726946682617154)
 
 

Social Networks

 

Διαβάστε επίσης

Αχλαδόβουνο (Αχλάτ Τσαλ)

Ένα μικρό όρος που υψώνεται στο σημείο που οι νοτιότερες απολήξεις των βουνών της Ροδόπης συναντούν τις μεγάλες πεδιάδες της Θράκης, το οποίο διακρίνεται για τους πολλούς διαφορετικούς βιοτόπους που φιλοξενεί.

Βαρδούσια

Τα Βαρδούσια Όρη χαρακτηρίζονται από τις δεκάδες εντυπωσιακές βουνοκορφές και τα μεγάλα αλπικά λιβάδια μέσα στα οποία φυλάσσεται μία από τις πιο πλούσιες βιοποικιλότητες, από πλευράς χλωρίδας, της Ελλάδας.

Αττάβυρος

Ο μεγάλος ορεινός όγκος της Ρόδου, αν και διαχρονικά έχει δεινοπαθήσει από τις πυρκαγιές και την υπερβόσκηση, εξακολουθεί να προσφέρει μοναδικές εμπειρίες εξερεύνησης και ανακάλυψης.

Παγγαίο

Το βουνό του Ορφέα και του Βάκχου, το χρυσοφόρο Παγγαίο είναι ένας ορεινός όγκος που χαρακτηρίζεται από μεγάλης αισθητικής αξίας τοπία, πλούσια δάση, γυμνές κορφές και ένα πλήθος από σπάνια είδη της χλωρίδας και της πανίδας.

 
 


 



Επιλεγμένο βίντεο

Ενημερωτικό δελτίο

Δώστε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση (email) για να εγγραφείτε και να λαμβάνετε το ενημερωτικό μας δελτίο.