Ο μεγάλος ορεινός όγκος της Ρόδου, αν και διαχρονικά έχει δεινοπαθήσει από τις πυρκαγιές και την υπερβόσκηση, εξακολουθεί να προσφέρει μοναδικές εμπειρίες εξερεύνησης και ανακάλυψης. Ο Αττάβυρος, ή αλλιώς Ατάβυρος αποτελεί το ψηλότερο βουνό της Δωδεκανήσου. Υψώνεται στην δυτική και κεντρική πλευρά της Ρόδου και αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση ορεινό τμήμα του νησιού. Στα βόρεια ενώνεται μέσω του υψώματος Κάστρο με τον Προφήτη Ηλία και στα νοτιοδυτικά το διάσελο του Αγρού χωρίζει τον Αττάβυρο από το δεύτερο μεγαλύτερο βουνό της Ρόδου, τον Ακραμύτη. Στα νότια σβήνει προς τους λόφους των Προφιλίων και την τεχνητή λίμνη Απολακκιάς, στα ανατολικά κοιτάει προς την τεχνητή λίμνη του Γάδουρα και στα δυτικά καταλήγει μετά από ήρεμους λόφους στη θάλασσα από την οποία οι κορυφές του απέχουν μόλις 5 χλμ. σε ευθεία. Η κατεύθυνση του Αττάβυρου είναι από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά και η ευρύτερη έκταση του φτάνει τα 90 τ.χλμ. από τα οποία τα 40 τ.χλμ. αποτελούν τον κύριο όγκο του βουνού. Ψηλότερη κορυφή είναι ο Άγιος Ιωάννης στα 1.216 μέτρα και ακολουθούν οι κορυφές Φραμένο (1.085 μ.), Βοσκοτόπι (1.064 μ.), Πιθανίτης (1.013 μ.), Βουκολιές (895 μ.) και Κοπέλια (701 μ.). Το βασικό πέτρωμα του βουνού είναι ο ασβεστόλιθος, ενώ γύρω του αναπτύσσονται περιοχές με υπερβασικά πετρώματα. Από τις πλαγιές του Αττάβυρου πηγάζουν τρεις από τους μεγαλύτερους ποταμούς της Ρόδου: ο Γάδουρας, ο Ασκληπινός και ο Σιανίτης. Τα ρέματα του Ίσβαση και του Κουμουνού που ξεκινούν από τα ψηλά του βουνού, τέμνουν χαρακτηριστικά τον Αττάβυρο δημιουργώντας δύο πλατιά φαράγγια. Ένας δρόμος βγάζει στην ψηλότερη κορυφή του βουνού όπου βρίσκονται εγκαταστάσεις ραντάρ, ενώ λίγο πιο πριν συναντά κανείς τα ερείπια του ναού του Ατταβυρίου Διός. Η λατρεία του θεού στο ψηλότερο σημείο της Ρόδου ανάγεται στην μυκηναϊκή εποχή, ενώ ο ναός πιστεύεται ότι κτίστηκε κατά την ελληνιστική περίοδο. Το μεγαλύτερο μέρος του βουνού είναι απογυμνωμένο από τα δάση του, κάτι που οφείλεται στις συχνές πυρκαγιές και στην υπερβόσκηση που ασκείται εδώ και αιώνες στην περιοχή. Υπολογίζεται μάλιστα ότι κατά τις πυρκαγιές του 2008 στην περιοχή κάηκαν περίπου 100.000 στρέμματα δάσους. Εντούτοις οι πλαγιές και τα βράχια του Αττάβυρου φιλοξενούν μία σπάνια χλωρίδα με δεκάδες μικρά «μαργαριτάρια», προσελκύοντας κάθε χρόνο δεκάδες φυσιολάτρες.
Τα δάση περιορίζονται στα χαμηλότερα υψόμετρα και περιμετρικά του βουνού και αποτελούνται κυρίως από τραχείες πεύκες και κυπαρίσσια στην αυτοφυή, άγρια μορφή τους. Μάλιστα στα βορειοδυτικά του βουνού, στην περιοχή Κατάρτι, βρίσκεται ένα σπάνιο αμιγές δάσος κυπαρισσιών που έχει ανακηρυχθεί Μνημείο της Φύσης. Στα πιο ψηλά μπορεί κανείς να συναντήσει διάσπαρτα άτομα από βελανιδιές που σε κάποια σημεία σχηματίζουν συστάδες. Σημαντική είναι η παρουσία στα ρέματα της ζητιάς (Liquidambar orientalis) που στην Ευρώπη απαντάται μόνο εδώ, ενώ ένα ακόμα σπάνιο δέντρο του βουνού είναι η αγριομελικουκιά (Celtis tournefortii). Παρά την αφιλόξενη για τα φυτά όψη του Αττάβυρου στις κορφές, στα βράχια, στα φαράγγια, στα δάση και στους πρόποδες φυτρώνουν δεκάδες θαυμαστά είδη. Κάποια από αυτά είναι ενδημικά της Ρόδου, ενώ άλλα είναι ασιατικά είδη που στη χώρα μας απαντώνται μόνο εδώ. Τα σημαντικότερα φυτά του Αττάβυρου είναι το Erysimum rhodium, η Anthemis rhodensis, η κενταύρια Centaurea lactucifolia, η Scilla longistylosa, η Gypsophila confertifolia, το Aethionema arabicum, η Aristolochia guichardii, το αγριογαρύφαλλο Dianthus elegans, οι σιληνές Silene salamandra και Silene echinospermoides, το Alyssum pogonocarpum, η Arenaria rhodia subsp rhodia, το Medicago heyniana, η Scorzonera elata, η καμπανούλα Campanula hagielia, το κυκλάμινο Cyclamen rhodium subsp rhodium, ο Stachys cretica subsp smyrnaea, ο Lathyrus blepharicarpus, το κολχικό Colchicum balansae, η γλαδιόλα Gladiolus anatolicus, το Sedum eriocarpum subsp caricum και η Asperula brevifolia. Άλλα ενδιαφέροντα είδη είναι το Asyneuma giganteum, η Aristolochia parvifolia, η Carlina tragacanthifolia, η Anthemis macrotis, το αγριογαρύφαλλο Dianthus strictus subsp multipunctatus, η Minuartia mesogitana subsp kotschyana, η Fibigia lunarioides, το Atraphaxis billardieri, η τουλίπα Tulipa saxatilis, ο κρόκος Crocus fleischeri, η σιληνή Silene chlorifolia, η Rosularia serrata, η Lithodora hispidula, το Galium canum subsp ovatum, ο Styrax officinalis, η Scutellaria albida subsp velenovskyi, το Linum virgultorum, ο Ebenus sibthorpii, το Helichrysum orientale, η Lomelosia variifolia, το Muscari weissii και η ίριδα Iris unguicularis subsp carica. Στον Αττάβυρο συναντάει κανείς και πολλά είδη ορχιδεών, όπως οι Limodorum abortivum, Orchis anatolica, Ophrys rhodia, Ophrys candica, Ophrys lucis, Ophrys polyxo, Ophrys regis-ferdinandii, Ophrys omegaifera, Ophrys reiholdii, Ophrys labiosa, αλλά και το υποείδος της Ophrys fusca που έχει πάρει το όνομα του βουνού, η Ophrys fusca subsp attaviria.
Η ορνιθοπανίδα του Αττάβυρου συγκεντρώνει πολλά ενδιαφέροντα είδη. Από τα αρπακτικά εδώ ζουν σπιζαετοί, φιδαετοί, σφηκιάρηδες, γερακίνες, αετογερακίνες, πετρίτες, μαυροπετρίτες και βραχοκιρκίνεζα. Ξεχωρίζει η περιστασιακή παρουσία γύρω από το βουνό του σπάνιου χρυσογέρακου, ενώ από τα νυχτόβια αρπακτικά απαντώνται τυτούδες, γκιώνηδες και κουκουβάγιες. Στις πλαγιές ζουν οι νησιώτικες πέρδικες και στα δάση είναι συχνή η παρουσία της φάσσας. Στο βουνό ζουν τρία σπάνια είδη που δεν τα συνατάμε σε πολλές περιοχές της χώρας μας: ο αμμοπετρόκλης, ο παρδαλοπετρόκλης και ο αιγαιοτσιροβάκος. Η ορνιθοπανίδα συμπληρώνεται με είδη, όπως μπεκάτσες, τρυγόνια, γιδοβύζια, βουνοσταχτάρες, τσαλαπετεινοί, μελισσοφάγοι, χαλκοκουρούνες, γαλιάντρες, μικρογαλιάντρες, σταρήθρες, δεντροσταρήθρες, ωχροκελάδες, ασπροκωλίνες, σταχτοπετρόκληδες, φοινίκουροι, γαλαζοκότσυφες, ωχροστριτσίδες, μαυροτσιροβάκοι, μελωδοτσιροβάκοι, κοκκινοτσιροβάκοι, αετομάχοι, κοκκινοκεφαλάδες, συκοφάγοι, κίσσες, κοράκια, φλώροι, φανέτα, αμπελουργοί και φρυγανοτσίχλονα.
Από τα αμφίβια στα ρέματα του βουνού συναντάει κανείς λεβαντοβάτραχους, πρασινόφρυνους και δεντροβάτραχους. Η ερπετοπανίδα της περιοχής είναι ιδιαίτερα πλούσια με είδη, όπως ο τυφλίτης, το κροκοδειλάκι, το σαμιαμίδι, ο κυρτοδάκτυλος, ο οφίσωψ, η τουρκική σαύρα, η τρανόσαυρα, η σπάνια χρυσόσαυρα, ο σαπίτης, το σπιτόφιδο, η σαΐτα, το αγιόφιδο, ο μαύρος έφιος και ο ζαμενής της Ρόδου. Στους πρόποδες του Αττάβυρου ζουν πολλά πλατώνια, στα δάση και στις αγροτικές περιοχές αλεπούδες, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα υποείδη των θηλαστικών που ζούνε στην περιοχή, όπως το πετροκούναβο (Martes foina subsp milleri), o ασβός (Meles meles subsp rhodius) και ο σκατζόχοιρος (Erinaceus concolor subsp rhodius). Τέλος, στα λίγα σπήλαια του βουνού ζει ένα ενδημικό δολιχόποδο, το Troglophilus lagoi.
Ο γίγαντας Σμόλικας, ένα από τα πιο αγαπημένα βουνά των περιπατητών, διακρίνεται για τα πυκνά του δάση, τις πολλές πηγές και τα εντυπωσιακά αλπικά τοπία με τις κορυφές, τα λιβάδια και τις όμορφες δρακόλιμνες.
Ο Λάκμος, ή αλλιώς το Περιστέρι, αποτελεί μια μακρόστενη, επιβλητική οροσειρά, με όμορφα αλπικά οροπέδια που υψώνεται σαν ένα γιγάντιο τοίχος ανάμεσα στα γεωγραφικά διαμερίσματα της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.
Μια ορεινή ραχοκοκκαλιά στα ανατολικά της Ηπείρου που διακρίνεται για τα εντυπωσιακά αλπικά τοπία, τις πανέμορφες ορειβατικές διαδρομές και τις εξαιρετικές θέσεις θέας σε σημαντικά μνημεία της φύσης.
Ένας μικρός ορεινός όγκος στο τέλος της Στερεάς Ελλάδας που η θέση του στα όρια μεγάλων γεωγραφικών διαμερισμάτων του προσδίνει μια πλούσια για το μέγεθος του χλωριδική βιοποικιλότητα.